Επιλεγμένα Άρθρα

Ο χορός των ψυχών μας


Γράφει ο Παύλος Κετσιτζόγλου – Παπαδημητρόπουλος

Κι όπως χορεύαμε το μόνο που κοιτούσα ήταν τα μάτια της. Κι όμως δεν έχανα τα βήματα μου. Με κρατούσε με όλο της το είναι, μα ήταν τόσο απαλό το κράτημα. Χορεύανε οι ψυχές μας πρώτα από τα σώματα μας. Η κινησιολογία μας ήταν απίστευτη, αυθόρμητη, απλοϊκή. Το φόρεμα της ανέμιζε, καθώς έκανε στροφές γύρω από τον εαυτό της, ακουμπώντας το σώμα μου. Το άγγιγμά της ήταν μαγικό. Ήταν ένας ισπανικός χορός. Μα για μας ήτανε στάση ζωής. Όχι τα βήματα, αλλά το πάθος με το οποίο χορεύαμε.

Ζούσαμε κάθε δευτερόλεπτο, κάθε καινούργια κίνηση, κάθε επαναλαμβανόμενο βήμα. Αυτό είμασταν, ένας χορός, μια στροφή, ένα άγγιγμα, μια αφηρημένη ερωτευμένη ιδέα. Τι κι αν χορεύαμε σε ψηλές ταράτσες κτηρίων, δεν φοβόμασταν την πτώση. Κι οταν χορεύαμε κάτω από τη γη τη σήκωνα τόσο ψηλά όσο χρειάζονταν για να δει το φως του ήλιου. Εγώ δεν το χρειαζόμουν, αυτή ήταν το φως μου. Κι όσοι μας έβλεπαν μας περνούσαν για τρελούς, μα τι σημασία έχει η γνώμη τους; Αυτοί δεν ακούγανε τη μουσική μας, δεν καταλάβαιναν την συνοχή των βημάτων μας. Έβλεπαν δύο σώματα να κουνιούνται άσκοπα, χωρίς αιτία.  Αυτός ο χορός, ήτανε ολόκληρη ζωή γραμμένη σε μερικές νότες και σε λίγες κινήσεις. Μας ήταν αρκετό όμως, είχαμε μάθει να εκτιμάμε.

Μια νύχτα, βρέθηκα να χορεύω μόνος μου σε μια ταράτσα. Αυτή είχε φύγει, δεν ήταν πια κοντά μου. Ο χορός μου δεν ήταν πια μαγικός, είχε χάσει την χάρη του. Ήταν φυσικό διότι έλλειπε η νεραϊδόσκονη στις καλές σκέψεις, το ραβδί από το ξόρκι, το συστατικό που δίνει αυτή τη μοναδική γεύση σε ένα εξωτικό πιάτο. Ο άγαρμπος αυτός χορός έμοιαζε πια με παραπάτημα και θλίψη. Τα πόδια μου σκόνταφταν στο ίδιο δάπεδο που λίγο καιρό πριν κυλούσαν επάνω του. Γλίστρησα, και άρχισα να πέφτω από μεγάλο ύψος. Κι όσο έπεφτα χαμογελούσα. Γιατί ήξερα ότι ο χορός μου δεν ήταν μια αποτυχία. Ήταν μια επιτυχία που κράτησε όσο έπρεπε. Γι αυτό κι εγώ θυμάμαι ακόμα τα βήματα, κάποια στιγμή θα μάθω να χορεύω μόνος.

Διαβάστε επίσης


To Top