Σκέψεις - Απόψεις

Κουράστηκα να λέω εγώ συνέχεια “δεν πειράζει”.


Της Μαρίας Χιώτη.

Ήμουν εκεί στην άκρη του δρόμου και περίμενα μια ζωή.
Από μικρό παιδάκι. Πάντα κάποιον περίμενα.
Κάποιος να έρθει. Κάποιος να μην φύγει.
Χωρίς να απαιτώ.
Αυτό το ατελείωτο πήγαινε- έλα δεν σταμάταγε ποτέ. Πάντα κάποιος ερχόταν και κάποιος έφευγε .Χωρίς καν να με παρατηρεί. Χωρίς καν να με βλέπει. Χωρίς να ακούει τη δική μου φωνή.
Ήθελα μόνο μια αγκαλιά.
Όλοι βρίσκονταν σε κίνηση. Πήγαιναν στην δική τους κατεύθυνση αδιαφορώντας για την δική μου.

Προχθές το βράδυ τους έφερα όλους στο μυαλό μου. Ήθελα να φανταστώ πού βρίσκονται εκείνη την συγκεκριμένη στιγμή. Όλοι αυτοί που από παιδί κυνηγούσα από πίσω να σταθούν έστω για ένα λεπτό. Μόνο για να με χαιδέψουν, για να με ακούσουν. Κάπου να μπορέσω να πώ και εγώ τις μικρές «βλακείες» του παιδικού μυαλού μου.
Πού είναι οι δικοί μου άνθρωποι.
Αυτοί που έχει όλος ο κόσμος γύρω του μεγαλώνοντας. Ο καθένας στον δικό του ρόλο.

Σε μένα δεν υπήρχαν ρόλοι…
Γιατί δεν υπήρχαν άνθρωποι να τους αναλάβουν.

Είναι όλοι τους καλά. Στις θέσεις τους, στις ζωές τους. Μόνο που εγώ παραμένω στην άκρη του δρόμου. Δεν κουνήθηκα ούτε ένα μέτρο. Περιμένω, περιμένω….

Αυτό το καλοκαίρι είπα: πρέπει να μετακινηθώ. Δεν περιμένω στο σωστό σημείο. Ούτε και τους σωστούς ανθρώπους.
Άδικα περιμένω…

Αυτό το καλοκαίρι πρέπει να μην σταθώ πουθενά. Να μην δακρύσω για τίποτα που αφορά το παρελθόν. Όλοι αυτοί ήταν απλώς άνθρωποι. Περαστικοί άνθρωποι. Δεν έχει σημασία αν έπρεπε να είναι γονείς, αδέρφια, σύζυγοι, σύντροφοι. Δεν ήταν. Ίσως να ήμουν και εγώ πολύ αδύνατη και μικρή για να με δούν στην άκρη του δρόμου. Ίσως η φωνή μου να μην ήταν τόσο δυνατή για να φτάσει στα αυτιά τους. Ίσως, ίσως…

Το ζητούμενο δεν είναι πια αυτοί. Το ζητούμενο είμαι εγώ.
Να μπώ στο δικό μου αυτοκίνητο και να προσπεράσω.
Να αφήσω πίσω μου ό,τι πονάει και να πάω μπροστά. Δεν πρέπει να το κάνω μόνο εγώ. Πρέπει να το κάνετε όλοι σας. Αν το πλοίο βυθίστηκε και βρίσκεστε στην λέμβο διάσωσης πρέπει να ελαφρύνετε το φορτίο για να φτάσετε πάλι στην ξηρά.

Δεν φιλοσοφώ. Oύτε και εγώ ξέρω πώς να το κάνω. Eίπα αυτό το καλοκαίρι πρέπει… Μα το καλοκαίρι τελειώνει…
Το μόνο που ξέρω είναι ότι πρέπει. Μάζεψα την ψυχή μου και τα ερείπια της καρδιάς μου και αντιμετώπισα τα πάντα με αξιοπρέπεια. Τόση που ακόμα και αυτοί που αναφέρω μαζεύονται πάλι γύρω μου. Πάλι θέλουν πράγματα από μένα.

Μάλλον γιατί δεν φώναξα ποτέ, δεν πρόσβαλα ποτέ, δεν εκνευρίστηκα ποτέ. Πάντα έλεγα ένα σιγανό «δεν πειράζει..»

Τελικά όμως πειράζει. Όλους μας πειράζει. Είναι ανάγκη να ακούσουν τι μας πειράζει. Δυνατά και ξεκάθαρα. Η χαμηλή φωνή δεν είναι αρκετή για να τους κρατήσει μακριά. Αντίθετα πάντα ξαναγυρίζουν….

Δεν με πονάει που δεν υπήρξαν ποτέ. Με πνίγει που ποτέ δεν βρήκα το θάρρος να τους φωνάξω. Να με ακούσουν.

Το καλοκαίρι τελειώνει. Ο χειμώνας πρέπει να είναι φωτεινός. Ας μιλήσουμε λίγο πιο δυνατά.
Ας πούμε ένα πιο δυνατό “πειράζει”.

Πηγή

Διαβάστε επίσης


To Top