Σκέψεις - Απόψεις

Πόνος : Μυστική Πύλη Αφύπνισης


Γράφει η Β.Κ

Φθινοπωριάζει… Και εσύ το Φθινόπωρο δεν το αγαπάς. Προτιμάς το Καλοκαίρι. Προτιμάς τον ήλιο, τις βελούδινες αμμουδιές και τις βόλτες με τα ποδήλατα που ανηφορίζουν στους χαμογελαστούς χωματόδρομους της ζωής σου … Όχι, το Φθινόπωρο σου θυμίζει μπόρες, καταιγίδες και βροχές, βαριά γκριζοντυμένα σύννεφα και κιτρινωπά φύλλα να ξεροσταλιάζουν στο παγωμένο περβάζι της ψυχής σου …

Όλοι φοράμε τα καλά μας και ανοίγουμε διάπλατα τις πόρτες στην χαρά, στην ευτυχία, στην αποδοχή και την επιτυχία, μα ποιός είναι το ίδιο φιλόξενος απέναντι στην θλίψη και στα βάσανα; Ποιός θα καλωσορίσει και θα κάνει φίλο του παντοτινό, τον πόνο, αυτόν τον απρόσκλητο και ανεπιθύμητο επισκέπτη που χτυπάει, αιφνίδια και απρόσμενα, το κουδούνι; Όταν ο πόνος σε καλέσει, θα τον δεχθείς, θα τον αγκαλιάσεις, θα του προσφέρεις μια θέση να καθίσει, λίγο, να ξαποστάσει, να μιλήσει μαζί σου ή θα του κλείσεις κατάμουτρα την πόρτα; Θα του επιτρέψεις να μπει ή θα του απογορεύσεις την είσοδο, και τότε αυτός θα τρέξει να χωθεί μέσα στα ακατάστατα συρτάρια του ασυνειδήτου σου, μιας και φοβόσουν πως, αν του επέτρεπες να εισέλθει κι αυτός στο καλοτακτοποιημένο συρτάρι του συνειδητού σου, θα τσαλάκωνε και θα ξεσήκωνε τα καλοβαλμένα με τόσο μεγάλη επιμέλεια και τάξη σχέδια και προγράμματά σου;

Αυτή τη φορά, επιχείρησε κάτι, αλλόκοτα, διαφορετικό. Αγκάλιασε τον πόνο όταν έρθει … Αγκάλιασέ τον, έτσι, ακριβώς, όπως θα ’ρθει, σαν άπλυτος και ρακένδυτος ζητιάνος, που ζητάει μια θέση στην καρδιά σου. Μην αγκαλιάζεις, τόσο επιδεικτικά, την καλοντυμένη και αρωματισμένη χαρά σου, που ακροβατεί επάνω στο σχοινί της ματαιοδοξίας σου. Αγκάλιασε τον πόνο σου, αποδέξου τον, υποδέξου τον, όσο πιο φιλικά μπορείς, και καλωσόρισέ τον στο μακρύ και επίπονο ταξίδι της ψυχής σου … Όχι, μην τον αφήσεις να φύγει, μην προσποιηθείς ότι δεν ήρθε ποτέ, και μην επιχειρήσεις να τον καταχωνιάσεις στα άδυτα βάθη της συνείδησής σου. Αγκάλιασέ τον, όσο πιο σφικτά μπορείς, κραύγασε μαζί του μέσα στα χαοτικά υπόγεια μονοπάτια του μυαλού σου, χόρεψε μαζί του πάνω στα κοφτερά σανίδια των συναισθημάτων σου, περιπλανήσου μαζί του μέσα στο απόλυτο σκοτάδι του ασυνειδήτου σου, κι ύστερα, άσε τον, αργά και γλυκά, να κατακάψει κάθε κύτταρο της λογικής σου και να σε ξεπλύνει με τους εξαγνιστικούς, κατανυχτικούς χείμμαρους των δακρύων σου … Άσε την ύπαρξή σου να χαθεί, να λιώσει μέσα στον πόνο, ακριβώς όπως το σίδερο λιώνει μέσα στη φωτιά. Όχι, μην τον προσπεράσεις σαν κάποια περαστική και ανεπιθύμητη επίσκεψη … Μην κάνεις το ίδιο λάθος αυτή τη φορά, μην τον αγνοήσεις πάλι. Αν δεν διαβείς τώρα τα σκοτάδια σου, αν δεν τα περπατήσεις, έστω στις μύτες των ποδιών σου, θα τρέχουν πάντα ξοπίσω σου, σαν αλαφιασμένα αγρίμια, που δεν θα ημερέψουν μέχρι να συλλάβουν την πολυπόθητη λεία τους. Μην κάνεις, πάλι, το λάθος…

Άσε τον πόνο να σε κάψει … Βίωσέ τον, όσο πιο ολοκληρωτικά μπορείς, βίωσέ τον τόσο, που οι φλέβες σου να τον μεταφέρουνε πια σε όλο σου το σώμα, τόσο, που ο νους σου να ακινητοποιηθεί σαν σταματημένος δείκτης ρολογιού και η καρδιά σου να φλέγεται μόνο απο την πυρά του! Μην σταματάς τον πόνο. Παρέδωσέ του το σώμα και την ψυχή σου, παρέδωσέ του την ύπαρξή σου… Παραδώσου μέσα στις πύρινες κορδέλες της οδύνης, και άφησέ τες να τυλίξουνε ολάκερο το πνεύμα σου. Παρέδωσέ το και αυτό … Αφουγκράσου και αφέσου μέσα στην εκκωφαντική και βαθιά μελωδία του, τόσο που αυτή να τρυπήσει και να διαπεράσει το κέντρο της ουσίας σου … Αφέσου, σαν ταπεινός δερβίσης, να χάσεις, παντελώς, τον έλεγχο του εαυτού σου μέσα στη μέθη του τελετουργικού χορού σου, μετουρσιώνοντας τον πόνο σου στην απόλυτη έκσταση … Άσε την ορμή του να σε παρασύρει και να σε οδηγήσει μέχρι εκείνο το σημείο, που η έντασή του θα έχει τόσο φορτιστεί, που στο απόγειό της, θα εκτιναχθεί, κι έπειτα θα αρχίσει, αργά, να κατηφορίζει…

Και τότε, μια γλυκιά και απόκοσμη ευοφορία θα αρχίσει να σε πλημμυρίζει και να τροφοδοτεί τις αρτηρίες της ύπαρξής σου, έτσι που ο πόνος θα μεταμορφωθεί σε μια παράξενη πληρότητα και χαρά. Οι ορμητικοί καταρράκτες των δακρύων σου θα στερέψουν και η αποκαθιστώσα αρμονία και γαλήνη θα ξεπλύνουν και θα φωτίσουν το εξαντλημένο απο τη δοκιμασία πρόσωπό σου. Το αναζωογονημένο σώμα σου θα έχει την αίσθηση μιας, μεταθανάτιας, σχεδόν, εμπειρίας, και αναστημένο, πια, θα ξεχυθεί με μεγαλύτερη ενέργεια και ορμή στον ιππόδρομο της ζωής … Και η ψυχή … ω ναι, αυτή η ευγενική και θεία ουσία (!) θα θυμηθεί … Σαν ώριμη, πια, κάμπια, θα τινάξει με αποφαστιστική δύναμη απο πάνω της το κουκούλι της λήθης και θα αφυπνιστεί … Θα μεταμορφωθεί σε μια πανέμορφη και ελεύθερη πεταλούδα!

Γιατί, γνωρίζει, πια, πως ανοίγοντας την πόρτα στον πόνο ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα μιας ύψιστης μυητικής δοκιμασίας. Η πύλη άνοιξε και είναι ελεύθερη και έτοιμη, πια, να πετάξει πάνω απ’ τα απόκρημνα όρη της συνειδήσεως, είναι έτοιμη, πια, να διασχίσει τις αδιάβατες, ως τότε, πλούσιες και παρθένες πεδιάδες της αλήθειας και να εντρυφήσει στα άβατα και απόκρυφα μυστήρια του Υπέρτατου Όλου.

Τότε μονάχα, όταν η ψυχή αποδεχθεί και βιώσει, στο έπακρο, τον πόνο ως τον μεγαλύτερο δάσκαλο και οδηγό της στο εξαντλητικό ταξίδι της ενσαρκώσεώς της στη γη, θα ανοίξουν και θα υποδεχθούν το πέρασμά της οι σφραγισμένες, έως τότε, Πύλες τις Αφυπνίσεως και της Σοφίας.

Διαβάστε επίσης


To Top